216 0049660 mail@11dim-ilioup.att.sch.grΚοτζιά και Στουρνάρα 1, Ηλιούπολη

ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ ΟΔΗΓΙΕΣ ΓΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΘΥΜΟΥ ΣΤΗ ΣΧΟΛΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ ΑΠΟ 11 ΩΣ ΚΑΙ 12 ΕΤΩΝ

     Κείμενο, Ζωή Τζώρτζη

       Όσον αφορά το θυμό ως συναίσθημα,

για το μεγάλο φιλόσοφο Αριστοτέλη ( Αρχαία Στάγειρα 384 π.Χ-Αρχαία Χαλκίδα 322 π,Χ) στα Ηθικὰ Νικομάχεια (1149a-1150a)  ο θυμός «ακούει» ως ένα σημείο τη λογική, όμως την «ακούει» λανθασμένα.

<<Φαίνεται ότι ο θυμός «ακούει» ως ένα σημείο τη λογική, όμως την «ακούει» λανθασμένα, ακριβώς όπως οι γρήγοροι υπηρέτες, που πριν καλά καλά ακούσουν όλα όσα τους λένε, βιάζονται να τρέξουν, και ύστερα κάνουν λάθος ως προς την εντολή που τους δόθηκε, ή όπως τα σκυλιά, που αρχίζουν να γαβγίζουν και μόνο που ακούν κάποιον θόρυβο από έξω, προτού ακόμη αντιληφθούν αν ο επισκέπτης είναι ένα γνωστό πρόσωπο· έτσι και ο θυμός, εξαιτίας της έξαψης και της βιασύνης που είναι τα φυσικά του χαρακτηριστικά, «ακούει» τη λογική, δεν «ακούει» όμως την εντολή που του δίνει, και έτσι ορμάει να πάρει εκδίκηση. Γιατί η λογική ή η μέσω των αισθήσεων εντύπωση ειδοποιεί ότι υπήρξε μια προσβολή ή μια ολιγωρία, και τότε ο θυμός, σαν να έχει οδηγηθεί στο συμπέρασμα ότι πρέπει να αρχίσει πόλεμο εναντίον αυτού του πράγματος, αμέσως ξεσηκώνεται.>>

Ευχαριστούμε ιδιαίτερα την ψυχολόγο του σχολείου μας,κυρία Ανδρομάχη Τσουλουχά  για τις συμβουλές διαχείρισης του θυμού στην ηλικία 11 ως 12 ετών, όπως παρουσιάζονται αναλυτικά.

1. ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ ΟΔΗΓΙΕΣ ΓΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΘΥΜΟΥ ΣΤΗ ΣΧΟΛΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ ΑΠΟ 11 ΩΣ ΚΑΙ 12 ΕΤΩΝ

Τα παιδιά στην ηλικία των 11-12 ετών βρίσκονται στο στάδιο της προεφηβείας, μίας μεταβατικής εποχής ανάμεσα στην παιδική ηλικία και την εφηβεία. Τότε αρχίζουν να δοκιμάζουν τα όριά τους και τις δυνάμεις τους, και αυτή είναι μια φυσιολογική διαδικασία μέσα από την οποία χρειάζεται να περάσουν. 

Κατά την περίοδο αυτή, μερικές φορές κάποια συναισθήματά τους μπορεί να εκφράζονται έντονα, όπως π.χ. ο θυμός, με αποτέλεσμα τον προβληματισμό των γονιών. 

Παρακάτω ακολουθούν μερικές συμβουλές για την διαχείριση αυτού του θυμού:

1. Αναρωτιόμαστε για το πως αντιμετωπίζουμε οι ίδιοι/ίδιες το συναίσθημα του θυμού

Το πρώτο βήμα είναι να αναστοχαστούμε το πώς αντιμετωπίζουμε εμείς προσωπικά τον δικό μας θυμό και τον θυμό των άλλων. Κι αυτό γιατί καμιά φορά μπορεί να τύχει να αντιμετωπίζουμε τα συναισθήματα των παιδιών όπως έχουμε συνηθίσει να αντιμετωπίζουμε αυτόματα τα δικά μας συναισθήματα, βάσει των βιωμάτων μας. 

Ας αναρωτηθούμε λοιπόν: “Τι κάνω με τον δικό μου θυμό;” και “Πώς αντιδρώ απέναντι στο θυμό των άλλων;” Μήπως έχω π.χ. μάθει να τον πνίγω για να μην συγκρουστώ, ή για να δείχνω “δυνατός”/”δυνατή”; Ή τον εκφράζω έντονα και χωρίς φίλτρο; 

Αν καταλάβουμε τη θέση του θυμού στη ζωή μας, ίσως αυτό μας βοηθήσει να τον αντιμετωπίσουμε καλύτερα. 

Η αλήθεια είναι πως ο  θυμός έχει φτάσει να θεωρείται “κακό”, “δυσάρεστο” ή “ανεπίτρεπτο” συναίσθημα στις κοινωνίες μας, με αποτέλεσμα να τον αντιμετωπίζουμε οι περισσότεροι με τρόπους που αναφέρθηκαν παραπάνω.  Στην ουσία, ο θυμός είναι μια απόκριση του οργανισμού που γεμίζει το σώμα αδρεναλίνη ώστε να δράσει ο οργανισμός και να αλλάξει μια κατάσταση που δεν του ταιριάζει. Όταν θυμώνει λοιπόν κάποιος, αυτό σημαίνει ότι κάτω από το θυμό του υπάρχει μια ανάγκη που θέλει να εκφραστεί. Εάν καταφέρουμε να δούμε λοιπόν κάτω από το θυμό τις ανάγκες μας και να τις βάλουμε σε λόγια, τότε αυτό θα μας βοηθήσει να κάνουμε το ίδιο και με τον θυμό των παιδιών μας. Έπειτα μπορούμε να οδηγηθούμε σε μια λύση ή σε μία εκτόνωση της έντασης, χωρίς να πληγώσουμε τον εαυτό μας ή/και τους άλλους. 

2. Αποδεχόμαστε το συναίσθημα του παιδιού

Χρειάζεται πρώτα λοιπόν να αποδεχθούμε αυτό το συναίσθημά τους και να τους επιτρέψουμε να το εκφράσουν. Να σταθούμε ψύχραιμοι απέναντι στο ξέσπασμα τους, και να δείξουμε με τη στάση μας ότι δεν το βρίσκουμε “περίεργο” ή “ανεπίτρεπτο”. Κάποια παιδιά μπορεί π.χ. να φωνάξουν δυνατά, να τρέμουν από την ένταση, να κλάψουν, ή να αποτραβηχτούν στο χώρο τους μέχρι να νιώσουν καλύτερα. Η αποδοχή μας θα βοηθήσει το παιδί να βιώσει το συναίσθημά του χωρίς να το φοβάται. Εάν του επιτραπεί αυτό το στάδιο, το συναίσθημα θα βιωθεί, θα εκτονωθεί, και όταν ηρεμήσει το παιδί, έχει πολύ μεγαλύτερη πιθανότητα να καταλάβει και να εκφράσει με λόγια τι ήταν αυτό που το θύμωσε. 

Δεν χρειάζεται να πούμε πολλά: “Καταλαβαίνω ότι σου είναι δύσκολο… Είμαι εδώ για σένα”.

3. Ακούμε με προσοχή ό,τι έχει να μας πει 

Δεν πιέζουμε το παιδί να μας μιλήσει, ούτε ρωτάμε ερωτήσεις, απλά στεκόμαστε δίπλα του και ακούμε ό,τι μας λέει από μόνο του. Ακόμα κι αν στην αρχή μείνει σιωπηλό, η στάση μας αυτή μπορεί να το βοηθήσει να “ξεκλειδώσει” και να μιλήσει. Στην προεφηβεία ειδικά, τα παιδιά ίσως δεν μας μιλάνε πια τόσο εύκολα όσο σε μικρότερες ηλικίες, οπότε έχουμε τα αυτιά μας ανοιχτά και για το πιο μικρό σχόλιο. Δεν παρεμβαίνουμε και δεν διακόπτουμε, ούτε λέμε τη γνώμη μας (υπάρχει ο κατάλληλος χρόνος για αυτό, αργότερα). 

Εάν δούμε ότι δεν ανοίγεται, καλό είναι να αφήσουμε προσωρινά τη συζήτηση και να κάνουμε μαζί του κάποιες ευχάριστες δραστηριότητες (να δούμε μαζί μια ταινία, να πάμε μαζί μια βόλτα), χωρίς να ανακινήσουμε το θέμα. Κάποια στιγμή ίσως αρχίσει να μας μιλάει εκείνο.

4. Αφού έχουμε ακούσει, προσπαθούμε να λεκτικοποιήσουμε το συναίσθημά του

Λέμε τι συνειδητοποιούμε εμείς ακούγοντάς το και βλέποντας το θυμό του. ΄

“Κατλαβαίνω ότι νιώθεις πολύ θυμό αυτή τη στιγμή….”

Μετά προσπαθούμε να εξερευνήσουμε ποιά είναι η ανάγκη που βρίσκεται κάτω απ΄το θυμό του:

“Μήπως νιώθεις ότι… αδικήθηκες;/ παρεξηγήθηκες;/ παραγκωνίστηκες; κλπ.”

 Δεν πειράζει αν δεν βρούμε το συναίσθημα που νιώθει επακριβώς το παιδί – θα μας διορθώσει το ίδιο: “Όχι, νιώθω ότι …” Σημασία έχει ότι δίνουμε το έναυσμα να στοχαστούμε μαζί με το παιδί.

Αυτό θα βοηθήσει το παιδί με δύο τρόπους: Πρώτον, θα νιώσει ότι το καταλαβαίνουμε. Δεύτερον, θα ξεκινήσει κι αυτό την προσπάθεια να λεκτικοποιήσει το συναίσθημά του.

5. Είναι αποδεκτά όλα τα συναισθήματα, όχι όμως όλες οι συμπεριφορές.

Σε περίπτωση που η έκφραση του θυμού του παιδιού περιλαμβάνει επιθετικότητα ή/και προσβλητικές εκφράσεις απέναντί μας, απέναντι σε άλλα μέλη της οικογένειας ή και απέναντι στον εαυτό του, του λέμε ότι αναγνωρίζουμε πως είναι αναστατωμένο, αλλά δεν δεχόμαστε αυτή τη συμπεριφορά:

“Καταλαβαίνω ότι έχεις θυμώσει αυτή τη στιγμή. Όμως δεν επιτιθέμαστε/δεν βρίζουμε/ δεν προσβάλλουμε/ δεν κάνουμε κακό στον εαυτό μας. Μπορούμε να βρούμε άλλον τρόπο να εκφραστούμε”.

Εκεί χρειάζεται να διατηρήσουμε την ψυχραιμία μας και να μην απαντήσουμε κι εμείς με αγένεια, επιθετικότητα ή προσβολές. Εμείς είμαστε οι ενήλικες, και με την στάση μας αποτελούμε πρότυπα για τα παιδιά μας. Δείχνουμε με ψυχραιμία ότι δεν αποδεχόμαστε αυτή τη συμπεριφορά. Μπορούμε επίσης να εκφράσουμε τα δικά μας συναισθήματα, και να κάνουμε ένα διάλειμμα μέχρι να καταλαγιάσει η ένταση: “Με στεναχωρεί ο τρόπος που μου μιλάς. Ας δοκιμάσουμε να μιλήσουμε αργότερα, πιο ήρεμα”.

Εάν έχει παραβεί κάποιο όριο (π.χ. έχει χτυπήσει κάποιον), τότε θέτουμε συνέπειες, ώστε να συνειδητοποιήσει ότι η συμπεριφορά του έχει αντίκτυπο. Οι συνέπειες μπορούν να είναι η στέρηση κάποιας ευχάριστης δραστηριότητας (π.χ. “δεν θα πάμε απόψε σινεμά”), και εξηγούμε το γιατί. 

6. Συζητάμε μαζί λύσεις

Όπως είπαμε, ο θυμός είναι ένα συναίσθημα το οποίο θέλει να μας κινητοποιήσει για την επίλυση μιας κατάστασης.

Στο τέλος, μπορούμε να συζητήσουμε με το παιδί τι λύσεις σκέφτεται για αυτό που το θυμώνει. Έχει εκτονώσει το συναίσθημά του και τώρα μπορεί να σκεφτεί πιο καθαρά.

Π.χ. αν έχει τσακωθεί με έναν φίλο: “Τι θα ήθελες να γίνει; Θες να τον κρατήσεις φίλο;” 

Και ακούμε τις σκέψεις του. Μπορεί να μοιραστεί μαζί μας διάφορες προτάσεις, μέχρι να καταλήξει σε μια λύση. Σε αυτή τη διαδικασία, μπορεί να ζητήσει και τη γνώμη μας. Αυτή λοιπόν είναι η ώρα να μοιραστούμε εμπειρίες και γνώμες, και να βοηθήσουμε το παιδί να σκεφτεί λύσεις, δίνοντας τες υπό μορφή προτάσεων κι όχι νουθετήσεων. 

 Βιβλιογραφία:

John Gottman, “Η Συναισθηματική Νοημοσύνη των παιδιών: Πώς να μεγαλώσουμε παιδιά με συναισθηματική νοημοσύνη”, Εκδόσεις Πεδίο, Αθήνα, 2011.

 Philippa Perry, “Το βιβλίο που θα ήθελες να έχουν διαβάσει οι γονείς σου (και τα παιδιά σου θα σε ευγνωμονούν που το έκανες)”, Εκδόσεις Διόπτρα

Ανδρομάχη Τσουλουχά

Ψυχολόγος 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *