Όταν το ασήμαντο γίνεται σημαντικό
Εμείς οι ενήλικες, συχνά τείνουμε να θεωρούμε ότι ο κόσμος των παιδιών είναι ανέμελος, ξέγνοιαστος, χωρίς άγχη και υποχρεώσεις. Ίσως λοιπόν να απορούμε καμιά φορά όταν τα παιδιά αντιδρούν έντονα για κάποια πράγματα που σε εμάς φαίνονται «ασήμαντα».
Κι όμως, υπάρχουν δύο αιτίες για αυτό:
1. Τα παιδιά μαθαίνουν τον κόσμο. Πολλά πράγματα που για εμάς τους ενήλικες είναι αυτονόητα, τους είναι ακόμα άγνωστα, με αποτέλεσμα αυτό να τους προκαλεί ανησυχία, φόβο ή και θυμό.
2. Πίσω από μία φαινομενικά ασήμαντη αιτία, μπορεί να κρύβεται μία βαθύτερη ανάγκη ή ανησυχία του παιδιού.
Οι φόβοι και οι ανησυχίες είναι μέρος της φυσιολογικής διαδικασίας ανάπτυξης του ανθρώπου. Αυτά τα συναισθήματα τα νιώθουμε συνήθως όταν καλούμαστε να μάθουμε κάτι νέο μέσα από μία άγνωστη κατάσταση, ή όταν χρειάζεται να ξεπεράσουμε μία δυσκολία.
Εκεί βοηθά πολύ το να αναζητήσουμε πρώτα μία μορφή ασφάλειας ώστε να ηρεμήσουμε. Η ηρεμία μας δίνει έπειτα την ώθηση να δοκιμάσουμε την νέα κατάσταση μέχρι να την συνηθίσουμε, ή να σκεφτούμε με καθαρό μυαλό τρόπους επίλυσης της τυχόν δυσκολίας.
Το ίδιο συμβαίνει και στα παιδιά αυτής της ηλικίας: ναι μεν έχουν μεγαλώσει αρκετά ώστε να τα θεωρούμε «μεγάλα», αλλά δεν παύουν να μαθαίνουν ακόμα τον κόσμο, να ανησυχούν μπροστά στο άγνωστο και να προσπαθούν να ρυθμίσουν τα συναισθήματά τους.
Μερικά παραδείγματα που μπορεί να προκαλούν ανησυχίες στα παιδιά αυτής της ηλικίας είναι:
– οι οικογενειακές σχέσεις και τυχόν αλλαγές που μπορεί να συμβαίνουν σε αυτές,
– οι απαιτήσεις του σχολείου που σταδιακά αυξάνονται όσο μεγαλώνουν ηλικιακά τα παιδιά,
– οι φιλικές σχέσεις και η αποδοχή των παιδιών από τους συνομηλίκους τους.
Μικρά πράγματα, όπως π.χ. ένα χυμένο γάλα το πρωί, μπορεί να προκαλέσουν έντονες αντιδράσεις από τη μεριά του παιδιού.
Στην πραγματικότητα, αυτή είναι μια αφορμή – φαινομενικά ασήμαντη – για να έρθουν στην επιφάνεια διάφορες απογοητεύσεις και συναισθήματα που μπορεί να βιώνει το παιδί. Αυτή είναι η στιγμή που το «ασήμαντο» γίνεται «σημαντικό», και εμείς οι ενήλικες χρειάζεται να την αφουγκραστούμε.
Εκεί λοιπόν, χρειάζεται να σταθούμε δίπλα στο παιδί και να του δείξουμε ότι θέλουμε να το ακούσουμε. Μπορούμε να το ρωτήσουμε εάν το απασχολεί κάτι, και να το αφήσουμε να μας μιλήσει. Έπειτα μπορούμε να το καθησυχάσουμε, και να βρούμε μαζί λύσεις.
Παράδειγμα 1:
Ένα παιδί μπορεί να τύχει να μην γράψει καλά μια φορά σε ένα διαγώνισμα στην Δ’ ή στην Ε’ τάξη, και να θυμώσει, να στεναχωρηθεί πολύ ή να αγχωθεί πολύ και να φοβάται «την επόμενη φορά». Εμείς οι ενήλικες μπορεί να θεωρήσουμε υπερβολικές τέτοιες αντιδράσεις, αλλά ας σκεφτούμε για λίγο: τι μπορεί να σημαίνει αυτό το γεγονός για το παιδί;
Μπορεί να νιώθει μέσα του ότι δεν μπορεί να τα καταφέρει, ότι είναι «άχρηστο» ή «ανίκανο». Δεν έχει δοκιμαστεί ακόμα σε πολλές καταστάσεις στη ζωή, ώστε να έχει εμπεδώσει ότι τα προβλήματα υπάρχουν, κι ότι με ψυχραιμία και υπομονή μπορούμε να τα ξεπερνάμε. Είναι λοιπόν μία πρώτη δοκιμασία για εκείνο, και μπορεί να νιώθει πελαγωμένο.
Εκεί χρειάζεται να σταθούμε δίπλα του και να το ακούσουμε. Τι πιστεύει; Τι νιώθει; Το αφήνουμε να μας μιλήσει, χωρίς να διακόπτουμε.
Έπειτα, αναγνωρίζουμε το συναίσθημά του: «Καταλαβαίνω ότι είναι δύσκολο για σένα…»
Ήδη η στάση μας του προσφέρει αυτή την ασφάλεια που χρειάζεται, για να αρχίσει να ηρεμεί και να σκέφτεται πιο καθαρά.
Και μετά, μπορούμε να του θυμίσουμε πόσα πράγματα έχει καταφέρει μέχρι σήμερα, που αρχικά μπορεί να του φαίνονταν δύσκολα ή άγνωστα: π.χ. τη μετάβαση από το νηπιαγωγείο στο δημοτικό, το ότι κάποτε δεν γνώριζε να γράφει και να διαβάζει αλλά τώρα μπορεί, κ.ο.κ. ώστε να νιώσει μέσα του ότι τελικά έχει αποθέματα δύναμης να ξεπερνά τις δυσκολίες.
Και έπειτα, του λέμε ότι θα ξαναπροσπαθήσει και θα τα πάει καλύτερα. Του λέμε πως σε όλους μας έχει συμβεί να μην καταφέρνουμε κάτι με την πρώτη, αλλά συνεχίζοντας την προσπάθεια το πετυχαίνουμε. Μπορούμε να του αναφέρουμε παραδείγματα κι από τη δική μας εμπειρία, π.χ. από όταν ήμασταν εμείς μαθητές.
Από την άλλη πλευρά, ο θυμός, όπως έχει αναφερθεί και σε προηγούμενο άρθρο, είναι ένας τρόπος να εξωτερικευθεί και να εκδηλωθεί μία ανάγκη μας. Ένα παιδί μπορεί να θυμώνει λοιπόν επειδή μία ανάγκη του μπορεί να έρχεται σε αντίθεση με τους κανόνες που θέτουμε εμείς ως ενήλικες. Αυτό είναι κάτι που συμβαίνει συχνά, καθώς το παιδί μεγαλώνει και συνειδητοποιεί ότι ανήκει σε ένα ευρύτερο σύνολο, στο οποίο χρειάζεται να προσαρμοστεί.
Παράδειγμα 2:
Ένα παιδί θέλει να παίξει ποδόσφαιρο μέσα στο σπίτι. Οι ενήλικες έχουν θέσει ως κανόνα πως αυτό δεν γίνεται μέσα στο σπίτι, γιατί προκαλούνται ζημιές. Εκεί, έρχεται σε αντίθεση η ανάγκη του παιδιού με τον κανόνα των ενηλίκων, με αποτέλεσμα καμία φορά το παιδί να θυμώσει.
Οι ενήλικες δεν χρειάζεται να θυμώσουν μαζί του «επειδή δεν καταλαβαίνει». Αυτό που χρειάζεται είναι να κατανοήσουν το παιδί.
Τα παιδιά σε αυτή την ηλικία έχουν μεγάλη ενέργεια, και ψάχνουν να βρουν που θα την εκτονώσουν. Αυτό που βοηθάει λοιπόν είναι να αναγνωρίσουμε το συναίσθημά του, αλλά ταυτόχρονα να διατηρήσουμε τον κανόνα (δεν σπάμε τα όρια). Μπορούμε επίσης να του προτείνουμε μία άλλη εναλλακτική.
Με αυτόν τον τρόπο του δείχνουμε ότι σεβόμαστε αυτό που χρειάζεται, δεν το ακυρώνουμε, παρόλο που δεν μπορούμε να ικανοποιήσουμε πάντα αυτό που θέλει:
«Καταλαβαίνω ότι θες να παίξεις και να χαρείς, και το ξέρω ότι στεναχωριέσαι που δεν μπορείς να το κάνεις. Είναι δύσκολο όταν θέλουμε κάτι και δεν μπορούμε να το έχουμε εκείνη τη στιγμή. Όμως, όπως έχουμε πει, δεν παίζουμε ποδόσφαιρο μέσα στο σπίτι, επειδή γίνονται ζημιές. Θες να βρούμε να κάνουμε κάτι άλλο;»
Δεν χρειάζεται να δείξουμε λοιπόν στο παιδί ότι θεωρούμε ασήμαντο αυτό που το προβληματίζει, αλλά αντίθετα, χρειάζεται να το υποστηρίξουμε, να το κάνουμε να νιώσει ασφάλεια και να το καθοδηγήσουμε.
Δεν έχει λοιπόν τόση σημασία αν μας φαίνεται «σημαντικός» ή «ασήμαντος» ο λόγος για τον οποίο ένα παιδί παρουσιάζει έντονες αντιδράσεις. Σημασία έχει η αντιμετώπισή μας. Αυτή είναι που θα βοηθήσει το παιδί να μάθει σταδιακά να ξεπερνά τις δύσκολες στιγμές του, να παραμένει ψύχραιμο και να βρίσκει λύσεις, είτε σε φαινομενικά «ασήμαντα» πράγματα, είτε αργότερα και στα «σημαντικά».
Ανδρομάχη Τσουλουχά
Ψυχολόγος Λεμπέσης Πολυχρόνης-Το Κορίτσι με τα Περιστέρια, περ. 1890
